( Κείμενα, με απόδοση σε απλή καθαρεύουσα και με σύντομο σχόλιο )
1. “ Κόσμον τόνδε, τόν αυτόν απάντων, ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν, άλλ, ήν αεί και έσται πύρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα ”.
Αυτόν εδώ τον κόσμο, που είναι κοινός για όλα όντα (έμψυχα και άψυχα), δεν τον δημιούργησε κανείς Θεός και κανείς Άνθρωπος. Αλλά ήταν, είναι και πάντα θα είναι, πύρ αείζωο, αιώνιο πύρ που αναφλέγεται με μέτρο και σβήνει με μέτρο.
« Αυτό ισχύει στους αιώνιους κανόνες της αρμονίας του χάους, που διέπει το Σύμπαν ».
2. “ Τοίς εγρηγορόσιν ένα και κοινόν κόσμον είναι, των δε κοιμωμένων έκαστος είς ίδιον αποστρέφεσθαι».
Όσοι είναι σε εγρήγορση έχουν συναίσθηση ότι ο κόσμος είναι ένας και κοινός, αντιθέτως όσοι κοιμούνται (δηλ. αδρανούν), ιδιωτεύουν ο καθένας στον δικό του κόσμο.
« Η ρήση αυτή είναι κάτι παραπάνω από εύγλωτη, μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά ».
3. “ Χρή τον δήμον μάχεσθαι υπέρ του νόμου όκωσπερ τείχεος ”.
Οι πολίτες οφείλουν να υπερασπίζωνται τους συντεταγμένους νόμους της πολιτείας τους, όπως ακριβώς και τα σύνορά της.
« Παρόμοια προτροπή κάνει το 121ο άρθρο του Συντάγματος μας – η τήρησης του Συντάγματος (δλδ των Νόμων) επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων »..
4. “ Ξύν νοώι λέγοντες, ισχυρίζεσθαι χρή τώι ξυνώι πάντων, όκωσπερ νόμωι, πόλις, και πολύ ισχυρότερος ”.
Και για να μιλάμε με φρόνηση, πρέπει να αντλούμε τη σκέψη μας από το κοινό που ενυπάρχει και διέπει τα πάντα, όπως οι νόμοι την πόλη και ακόμη πιο πολύ.
« Δεν χρειάζεται κανένα σχόλιο, μιλάει μόνο του»
5. “ Δεί έπεσθαι ΄τωι ξυνώι, τουτέστι τώι κοινώι: ξυνός γάρ ο κοινός του λόγου δε έόντος ξυνού ζώιουσιν οι πολλοί ως ίδιαν έχοντες φρόνησιν”
Πρέπει να ακολουθούμε το κοινά. Τα κοινά αφορούν σε κάθε έκφραση της ζωής και του σύμπαντος. Ενώ ο λόγος είναι κοινός σε όλους, οι πολλοί ζούν σαν να έχουν δική τους φρόνηση.
« Δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό»
6. “ Αιρεύνται έν αντί απάντων οι άριστοι, κλέος άέναον θνητών, οι δε πολλοί κεκόρηνται όκωσπερ κτήνεα ”.
Από όσα (αγαθά) υπάρχουν εν ζωή, οι άριστοι (αξιόλογοι) επιλέγουν (να απολαύσουν) το ένα: να μείνη αιώνια στη μνήμη των ανθρώπων η δόξα του όνοματός τους. Οι υπόλοιποι των ανθρώπων, οι πλειονότητα, αρκείται στο να χορταίνει σαν τα κτήνη.
« Αρκούντως σαρκαστικός για τους κοιλιόδουλους, δεν νομίζετε; »
7. “ Τις γάρ αυτών νόος ή φρήν; Δήμων άοιδοίσι πείθονται και διδασκάλωι χρείωνται όμίλωι, ούκ ειδότες ότι οι πολλοί κακοί, ολίγοι δε αγαθοί “.
Μα ποια λογική και είδους μυαλό έχουν οι πολλοί; Θαυμάζουν τους λαϊκούς τραγουδιστές και δασκαλεύονται από τον αμαθή όχλο. Και αγνοούν ότι οι πολλοί είναι κακοί και λίγοι είναι οι καλοί.
« Όποιαδήποτε ομοιότητα με την σημερινή πραγματικότητα, είναι εντελώς συμπτωματική….. Υπάρχει διαχρονικότητα όπως βλέπουμε… ».
8. “ Ξυνόν έστι πάσι το φρονέειν. ‘Ανθρώποισι πάσι μέτεστι γινώσκειν έωυτούς καί σωφρονείν”
Η φρόνηση είναι κοινή για όλους. Οι Άνθρωποι όλοι έχουν την δυνατότητα να γνωρίσουν τον έαυτό τους και να αποκτήσουν σωφροσύνη.
« Το γνώθι σ’αυτόν- σε όλο του το μεγαλείο!»
9. “Ειδέναι δε χρή τον πόλεμο έόντα ξυνόν, και δίκην έριν, γινόμενα πάντα κατ’ έριν και χρεών“
Πρέπει να γνωρίζουν όλοι ότι ό πόλεμος είναι κοινός και σύμφυτος (έμφυτος) σε όλα τα όντα, ότι ή δικαιοσύνη είναι διχόνοια, ότι όλα τα κινεί ή έριδα, κι ότι όλα γίνονται κατ’ ανάγκην.
« Ή αλλοιώς - Ανάγκα και Θεοί πείθωνται – σας θυμίζει τίποτε;»
10. “ Πόλεμος πάντων μέν πατήρ έστι, πάντων δε βασιλεύς, και τους μέν Θεούς έδειξε τους δε Άνθρωπους, τους δούλους έποίησε, τους δ’ έλευθέρους “
Ο πόλεμος είναι ο πατέρας όλων των εξελίξεων, είναι ο βασιλιάς των πάντων. Αυτός ανέδειξε και τους Θεούς , αυτός και τους Ανθρώπους, άλλους τους (υποδούλωσε) κατέστησε δούλους, και άλλους (ελευθέρωσε) ελεύθερους.
Επειδή-Γιατί και Διότι: >> ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ <<
Ζει στη δημοκρατική Έφεσο, με αποτέλεσμα ενώ έχει βασιλική καταγωγή, πράγμα που κάτω από άλλες συνθήκες θα τον οδηγούσε σε σημαντικά πολιτικά αξιώματα, αυτό να είναι αδύνατο να συμβεί.
Άνθρωπος συνδεδεμένος με την ακρόπολη, το ναό και τη βασιλεία, ζει σε έναν κόσμο ο οποίος δεν αναγνωρίζει πλέον βασιλείς και έχει πραγματοποιήσει ρήξη με το ναό. Η φιλοσοφία του αντιμετωπίζει κριτικά και με επιφυλάξεις τις θεαματικές αλλαγές και εξελίξεις της εποχής του και παίρνει αποστάσεις τόσο από τη μυθική παράδοση όσο και από τη νέα κοινωνία που ανατέλλει.
Καθώς η πρώιμη λυρική ποίηση έχει ήδη «ανακαλύψει» το εγώ και έχει στραφεί στην ατομική ύπαρξη και στον εσωτερικό της κόσμο, ο Ηράκλειτος είναι σε θέση να περιγράψει τη φιλοσοφία του ως «εσωτερική αναζήτηση».
Ο Ηράκλειτος ζει σε μια περίοδο αμφισβήτησης και αλλαγών και βιώνει με τον πλέον έντονο τρόπο την εμπειρία της σύγκρουσης, της διάστασης της αλλαγής που κλονίζει την ισχύουσα έως τότε κοσμική τάξη και οδηγεί σε σύγκρουση του ανθρώπους με τους θεούς, το ναό με την πόλη, τη γνώση με την εξουσία. Από αυτή την εμπειρία σημαδεύεται όλη η σκέψη του.
Γι'; αυτό και όρισαν ως αρχή του κόσμου τον αριθμό και μάλιστα το «εν».
Γι' αυτούς ο αριθμός προσδίδει ενότητα και τάξη στη διάταξη της κοινωνίας και των πραγμάτων. Ο Ηράκλειτος παρ'; ότι συμμερίζεται το αίτημα των Πυθαγορείων για ενότητα και τάξη αντιλαμβάνεται ότι αυτό δεν είναι πλέον δυνατό.
Η άποψή του για τη σύσταση του κόσμου διατυπώνεται ως εξής: «πατήρ πάντων ο Πόλεμος».
Χρησιμοποιώντας τη λέξη πόλεμο ο Ηράκλειτος δεν αναφέρεται βέβαια στις αιματηρές αναμετρήσεις στα πεδία των μαχών αλλά στην δράση αντίθετων δυνάμεων, στην προοδευτική κίνηση, στην αλλαγή που συμβαίνει και που πρέπει να αναγνωριστούν ως ουσιώδη και αναπόφευκτα χαρακτηριστικά του κόσμου στον οποίο ζούμε.
Τόσο οι άνθρωποι όσο και τα στοιχεία της φύσης βρίσκονται διαρκώς σε μια συγκρουσιακή κατάσταση προσπαθώντας το ένα να υπερισχύσει του άλλου. Με τον τρόπο αυτό άλλοτε μετατρέπονται και άλλοτε υποτάσσονται.
Σε κάθε φάση και πτυχή της πραγματικότητας υπάρχει στο βάθος ο αμείλικτος αγώνας των αντιθέτων, τα οποία ασκούν διαρκώς πιέσεις για τη μεταβολή των διαμορφωμένων ισορροπιών. Ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες που όλα μοιάζουν να βρίσκονται σε κατάσταση ηρεμίας, στην πραγματικότητα πρόκειται μόνο για προσωρινές ισορροπίες ανάμεσα σε θεμελιακά αντίθετες δυνάμεις.
Η διδασκαλία αυτή περιγράφεται συχνά ως «ενότητα των αντιθέτων». Ο Ηράκλειτος ωστόσο δεν επιχειρεί να ενοποιήσει τα «αντίθετα» αλλά να δείξει ότι δεν πρόκειται καν για αντίθετα, αλλά για συμπληρωματικά και εναλλασσόμενα μεγέθη και σταθερές.
Οι φαινομενικά αντίθετες καταστάσεις, τάσεις και δυνάμεις συνδέονται σε μια συνεκτική σχέση αρμονίας, όσο κι αν οι πολλοί «δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό που αντιτίθεται στον εαυτό του συμφωνεί με αυτόν», έτσι ώστε να προκύπτει μια παλίντονος αρμονίη, μια αντιθετική αρμονία όπως του τόξου και της λύρας η αρμονία των οποίων είναι δυνατή μέσω μιας συναρμογής αντίρροπων δυνάμεων.
Κατά τον Ηράκλειτο η αρμονική σύνδεση αυτών των αντίρροπων δυνάμεων που έχουν προκύψει μπορεί να επιτευχθεί μόνο από τον «λόγο» και μάλιστα από αυτόν που κατέχει γνώση και μπορεί να αντιληφθεί αυτόν τον «λόγο», δηλαδή τον σοφό, διότι αν και ο «λόγος» υπάρχει αιώνια ωστόσο παραμένει απρόσιτος στους πολλούς καθώς αυτός αποκαλύπτεται σε λίγους και εκλεκτούς.
Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί αδυνατούν να κατανοήσουν τη σκέψη του.
Ποια όμως η σημασία που δίνει ο Ηράκλειτος στην έννοια του λόγου?
Αυτή την αρχή οφείλει να εκφράζει κάθε αληθές λέγειν.
Ο «λόγος», επομένως είναι η αιώνια καθολική σχέση που ρυθμίζει την πραγματικότητα, όπως αυτή εκφράζεται γλωσσικά. Οι άνθρωποι ωστόσο, «ενώ βρίσκονται συνεχώς μαζί με τον «λόγο», διαφωνούν μαζί του και αυτά που συναντούν καθημερινά του φαίνονται ξένα».