Ἡ Ἱστορία τοῦ Θουκυδίδου σέ μετάφραση τοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου.
Ὁ Θουκυδίδης γενικά ἀναγνωρίζεται ὡς ἕνας ἀπό τούς πρώτους ἀληθινούς ἱστορικούς. Συμπεριλαμβάνονται ὅλα τά βιβλία τοῦ ἔργου σέ πολυτονική μορφή, τήν μετατροπή τῶν ὁποίων ὁλοκλήρωσε ἡ ὁμάδα τοῦ In Nomine Portal.
Ὁ Θουκυδίδης γενικά ἀναγνωρίζεται ὡς ἕνας ἀπό τούς πρώτους ἀληθινούς ἱστορικούς.
Ἀντίθετα μέ τόν προγενέστερό του Ἡρόδοτο (ἀποκαλούμενος ὡς «πατέρας τῆς Ἱστορίας» ἀπό τόν Ρωμαῖο Κικέρωνα), ὁ ὁποῖος περιελάμβανε στήν ἱστορία τοῦ φῆμες καί ἀναφορές στή μυθολογία καί τούς θεούς,
ὁ Θουκυδίδης συμβουλευόταν ἐπίμονα καί σέ μεγάλο βαθμό γραπτά ντοκουμέντα καί συνομιλοῦσε μέ ἀνθρώπους πού συμμετεῖχαν ἤ καί πρωταγωνίστησαν στά γεγονότα τά ὁποῖα περιέγραφε.
Ἴσως καί νά κατέληξε ἀσυνείδητα σέ ὁρισμένα βεβιασμένα συμπεράσματα, γιά παράδειγμα σύγχρονοι ἱστορικοί θεωροῦν ὅτι ὑποτίμησε τήν περσική ἐπιρροή στίς ἐξελίξεις στήν Ἑλλάδα.
Μάλιστα εἰκάζεται ὅτι τήν περίοδο τοῦ θανάτου τοῦ σχεδίαζε νά ἀναθεωρήσει πλήρως τό ἔργο του, συνειδητοποιώντας αὐτή τήν παράβλεψη. Παρόλ’αὐτά ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ἱστορικός πού προσπάθησε πραγματικά νά εἶναι πλήρως ἀντικειμενικός.
Μέ τήν εἰσαγωγή τῆς μεθόδου τῆς ἱστορικῆς αἰτιότητας (τῆς ἀναζήτησης τῶν βαθύτερων αἰτιῶν ἑνός γεγονότος) ὑπῆρξε ὁ πρῶτος πού προσέγγισε μέ ἐπιστημονικό τρόπο τήν ἱστορία.
Ἡ μόνη σημαντική διαφορά μεταξύ του ἔργου τοῦ Θουκυδίδη καί ἑνός σύγχρονου ἱστορικοῦ ἔργου εἶναι ὅτι ὁ Θουκυδίδης συμπεριλαμβάνει στήν Ἱστορία τοῦ μακροσκελεῖς λόγους πολιτικῶν προσώπων, οἱ ὁποῖοι ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἴδιος, εἶναι ἡ καλύτερη δυνατή ἀπόδοση, δεδομένων τῶν περιορισμῶν τῆς μνήμης, τῶν ὅσων λέχθηκαν (ἴσως αὐτῶν πού ἴδιος πίστευε ὅτι πρέπει νά λέχθηκαν).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα εἶναι ὁ Περικλέους Ἐπιτάφιος (ὁ λόγος πού ὁ Περικλῆς ἐκφώνησε γιά τούς πρώτους νεκρούς του πολέμου), πού περιλαμβάνει ἕνα φλογερό ὕμνο στήν Ἀθηναϊκή δημοκρατία. Τό παρακάτω ἀπόσπασμα ἀναφέρεται συχνά σέ πολεμικούς ἐπικήδειους, καθώς εἶναι ἐξαιρετικό παράδειγμα ἀπόδοσης τιμῶν στούς νεκρούς:
Ἀνδρῶν γάρ ἐπιφανῶν πάσα γῆ τάφος, καί οὐ στηλῶν μόνον ἐν τή οἰκεία σημαίνει ἐπιγραφή, ἀλλά καί ἐν τή μή προσηκούση ἄγραφος μνήμη παρ’ ἐκάστω τῆς γνώμης μᾶλλον ἤ τοῦ ἔργου ἐνδιαιτᾶται.
(Διότι τάφος τῶν ἐπιφανῶν ἀνδρῶν εἶναι κάθε τόπος, καί δέ σώζεται τό ὄνομά τους μόνο σέ ἐπιγραφές στήν πατρίδα τους, ἀλλά διατηρεῖται ἡ ἀνάμνησή τους καί στίς ξένες χῶρες, πιό πολύ στή μνήμη καί στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων παρά στά γραπτά μνημεῖα καί στούς τάφους.)
Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι ὁ Θουκυδίδης δέν ἐξετάζει τήν τέχνη, τή λογοτεχνία ἤ τήν κοινωνία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀλλά αὐστηρά ὅ,τι θεωροῦσε ὅτι σχετιζόταν μέ τόν πόλεμο, καί αὐτό γιατί περιέγραφε ἕνα συγκεκριμένο γεγονός καί ὄχι μία ἱστορική περίοδο. Ἐπίσης ἄξιο προσοχῆς εἶναι ὅτι εἶχε συναίσθηση τῆς σπουδαιότητας πού θά εἶχε τό ἔργο του γιά τίς μελλοντικές γενιές, ὅπως φαίνεται στό παρακάτω ἀπόσπασμα:
Καί εἰς μέν ἀκρόασιν ἴσως τό μή μυθῶδες αὐτῶν ἀτερπέστερον φανεῖται, ὅσοι δέ βουλήσονται τῶν τέ γενομένων τό σαφές σκοπεῖν καί τῶν μελλόντων ποτέ αὔθις κατά τό ἀνθρώπειον τοιούτων καί παραπλησίων ἔσεσθαι, ὠφέλιμα κρίνειν αὐτά ἀρκούντως ἔξει. Κτῆμα τέ ἔς ἀεί μᾶλλον ἤ ἀγώνισμα εἰς τό παραχρῆμα ἀκούειν ξύγκειται.
(Κατά τήν ἀκρόαση ἴσως ἡ ἱστορία αὐτή φανεῖ λιγότερο διασκεδαστική ἀπ’ὅτι θά ἔπρεπε, καθώς δέ μοιάζει μέ παραμύθι. Θά μοῦ εἶναι ὅμως ἀρκετό νά τήν κρίνουν ὠφέλιμη ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά ἔχουν μία σαφῆ εἰκόνα τῶν ὅσων ἔχουν γίνει, ἤ μία πρόβλεψη τῶν ὅσων θά γίνουν, μέ παρόμοιο τρόπο, ὅπως συνήθως συμβαίνει μέ τήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Καί ὄντως ἔχει συντεθεῖ γιά νά ἀποτελέσει περισσότερο αἰώνιο κτῆμα τῶν ἀνθρώπων παρά γιά νά διαβάζεται σέ γιορτές καί ρητορικούς ἀγῶνες).